σπινθήρας

σπινθήρας
Ηλεκτρική εκκένωση που παράγεται με διάσπαση συνοδευόμενη από αιφνίδια λάμψη και χαρακτηριστικό ξηρό θόρυβο. Ο σ. παράγεται όταν η τιμή της διαφοράς δυναμικού μεταξύ δύο σωμάτων ηλεκτρικά φορτισμένων υπερβεί την τιμή αντίστασης του διηλεκτρικού (αέριου ή ρευστού) που βρίσκεται μεταξύ τους. Παράγοντες που δρουν επί του φαινόμενου είναι η θερμοκρασία του διηλεκτρικού, η πίεσή του και το σχήμα των αγωγών. Αν οι αγωγοί έχουν υψηλές χωρητικότητες και επαγωγές, ο σ. μπορεί να πάρει ταλαντωτικό χαρακτήρα. Διατάξεις με ταλαντωτικό χαρακτήρα χρησιμοποιήθηκαν ως πομποί στις πρώτες εφαρμογές της ραδιοτηλεγραφίας. Το φαινόμενο του σ. το εκμεταλλευόμαστε σε ανιχνευτές δι’ ωθήσεων των σωματιδίων (θάλαμοι σπινθηρισμού), που περικλείουν τα χαρακτηριστικά των ηλεκτρονικών ανιχνευτών και των θαλάμων φωτογράφισης ιχνών. Αποτελούνται από μ;iα σειρά παράλληλων μεταλλικών ηλεκτρόδιων, χωρισμένων από ένα μείγμα αερίων (ευγενή αέρια), μεταξύ των οποίων εφαρμόζεται μια υψηλή διαφορά δυναμικού (10-15KV). Ένα φορτισμένο σωματίδιο, όταν διασχίζει τον ανιχνευτή, προκαλεί την εκκένωση ενός σ. μεταξύ των ηλεκτρόδιων στο σημείο όπου το σωματίδιο αυτό παρήγαγε τον ιονισμό του αερίου. Η διαδρομή του σωματιδίου γίνεται έτσι εμφανής με την κατανομή των σ. στο διάστημα. Σ’ αυτό το σημείο μπορούμε να προχωρήσουμε στην ανίχνευση του ίχνους με στερεοφωτογραφικές ή άλλες μεθόδους (τηλεοπτικές, ηχητικές κλπ.), που δίνουν αυτόματα τις απαιτούμενες ενδείξεις. Μια βοηθητική ηλεκτρονική διάταξη κάνει το σύστημα να παράγει σ. μόνο όταν ο θάλαμος διασχίζεται από προκαθορισμένα σωματίδια. Αυτό πετυχαίνεται με σπινθηριστές συνδεμένους με φωτοπολλαπλασιαστές οι οποίοι στέλλουν ένα παλμό έλεγχου για την υψηλή πίεση. Μια άλλη διάταξη που λειτουργεί με πολύ πιο χαμηλή τάση (περίπου 150 V) απαλείφει μετά την ανίχνευση τα κέντρα σχηματισμού σ. μηδενίζοντας τον ιονισμό του αερίου για νέες μετρήσεις.
* * *
ο / σπινθήρ, -ῆρος, ΝΜΑ
1. τεμαχίδιο πυρακτωμένης ύλης που εξακοντίζεται από τη φωτιά, από πυρακτωμένο σώμα και από συγκρουόμενα ή τριβόμενα σώματα, σπίθα
2. (σχετικά με ενέργειες ή γεγονότα) η αρχική αιτία, η πρώτη αρχή (α. «η διδασκαλία του αποτέλεσε τον σπινθήρα που άναψε την πυρκαγιά τής επανάστασης» β. «ἐκ τούτου τοῡ σπινθῆρος έξεκαύθη πόλεμος»
Πλούτ.)
νεοελλ.
1. στιγμιαία ζωηρή εκδήλωση πνευματικής ενέργειας («οι τελευταίοι σπινθήρες τής μεγαλοφυΐας του»)
2. φρ. «ηλεκτρικός σπινθήρας» — φαινόμενο πολύ σύντομης χρονικής διάρκειας που συνίσταται στην απότομη εμφάνιση μιας φωτεινής αναλαμπής και στην έκλυση θερμότητας η οποία συνοδεύει ορισμένες ηλεκτρικές εκκενώσεις μεταξύ αγωγών που βρίσκονται υπό υψηλή ηλεκτρική τάση ή υπό την επίδραση ενός ισχυρού ηλεκτρικού πεδίου
μσν.-αρχ.
1. (σχετικά με αστέρες κ.ά. φωτεινά σώματα) λάμψη, ακτινοβολία
2. μτφ. σπίθα με ενέργεια ανάλογη προς τους σπερματικούς λόγους («σπινθήρων τρόπον ἐν ὕλῃ κατά τὰς τῶν χρόνων συναυξήσεις έξάπτεσθαι φιλοῡσιν», Ισίδ. Πηλ.)
3. μτφ. (με καλή ή κακή σημ.) αρχικό αίτιο, σπέρμα για τη διαμόρφωση τής ψυχής («ἐνέμεινε τι τοῡ παλαιοῡ τῆς κακίας σπινθῆρος καὶ τοῡ πονηροῡ σπέρματος», Γρηγ. Ναζ.)
αρχ.
(ποιητ.) καθετί που λάμπει, που ακτινοβολεί («ὀφθαλμοὺς σπινθῆρας ἔχεις», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. σπινθ-ήρ (πρβλ. αίθήρ, ἀήρ) ανάγεται πιθ. στη μηδενισμένη βαθμίδα τής ΙΕ ρίζας *spņdh- (πρβλ. λεττον. spuodrs «λαμπερός», λιθουαν. spindžiu, spindeti «λάμπω, αστραποβολώ») με φωνήεν στήριξης -ι-, που μαρτυρείται στην Ελληνική και σε άλλες σχετικές περιπτώσεις (πρβλ. κ-ί-ρνημι, π-ί-τνημι) μηδενισμένης βαθμίδας. Δεν αποκλείεται επίσης στην ίδια οικογένεια λ. να ανήκει και το λατ. scintilla «σπινθήρας». Από τη λ. σπι-ν-θήρ, τέλος, έχουν σχηματιστεί τα νεοελλ. σπιθίζω, σπίθα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σπινθήρας — ο 1.σπίθα: Από σπινθήρα της μηχανής πήραν φωτιά τα ξερά χορτάρια. 2. λάμψη και κρότος από την ένωση ετερώνυμων ηλεκτρικών φορτίων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σπινθῆρας — σπινθήρ spark masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπινθηριστής — Ηλεκτρική διάταξη παραγωγής σπινθήρων. Αποτελείται βασικά από δύο ηλεκτρόδια, συνήθως μορφής ακίδας, μεταξύ των οποίων εκσπά ηλεκτρικός σπινθήρας, όταν η ηλεκτρική τάση που εφαρμόζεται σ’ αυτά υπερβεί μια ορισμένη τιμή, εξαρτώμενη από την… …   Dictionary of Greek

  • διανομέας — Όργανο ή σύνολο οργάνων με τα οποία εισάγεται στις μηχανές που λειτουργούν με κινητήριο ρευστό το ρευστό αυτό. Στις παλινδρομικές ατμομηχανές ο δ. ρυθμίζει τις διάφορες φάσεις του κινητήριου ρευστού στο εσωτερικό του κυλίνδρου, με το άνοιγμα και… …   Dictionary of Greek

  • ευδιόμετρο — Συσκευή για τον ποσοτικό προσδιορισμό των αερίων, τα οποία συμμετέχουν σε μια χημική αντίδραση. Το ε. αποτελείται από έναν γυάλινο βαθμονομημένο σωλήνα με πολύ ισχυρά τοιχώματα, ο οποίος μπορεί να παίρνει διάφορα σχήματα. Στη μία άκρη του σωλήνα… …   Dictionary of Greek

  • τόξο ηλεκτρικό — Ειδικός τύπος ηλεκτρικής εκκένωσης μεταξύ δύο ηλεκτροδίων, συνήθως από άνθρακα, μέταλλο ή μεικτά. Από τους διάφορους τύπους ηλεκτρικού τόξου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βολταϊκό, που χρησιμοποιείται ως ισχυρή φωτεινή πηγή στη φασματοσκοπία,… …   Dictionary of Greek

  • έναυσμα — το (Α ἔναυσμα) 1. ό,τι χρησιμεύει για άναμμα, το προσάναμμα 2. μτφ. ό,τι διεγείρει, ό,τι χρησιμεύει για εξέγερση ή παρόρμηση 3. (πυροβ.) το μέσο με το οποίο επιτυγχάνεται η μετάδοση πυρός σε μία γόμωση εκρηκτικής ύλης ή και η ενίσχυση τού πυρός… …   Dictionary of Greek

  • αζίνα — η 1. σπινθήρας από ανθρακιά, σπίθα 2. σχίζα πεύκου, δαδί, προσάναμμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < άζα. ΣΥΝΘ. αζινοβολώ, αζινολογώ] …   Dictionary of Greek

  • αναλαμπή — η [αναλάμπω] 1. αιφνίδια και σύντομη λάμψη φωτός ή γυαλιστερού αντικειμένου, λαμπύρισμα 2. σπινθήρας, σπίθα ή φλόγα φωτιάς 3. αιφνίδια και σύντομη επαναλειτουργία μιας χαμένης σωματικής, ψυχικής ή πνευματικής ιδιότητας, φωτεινό διάλειμμα 4.… …   Dictionary of Greek

  • επαστράπτω — ἐπαστράπτω (Α) 1. αστράφτω πάνω σε κάτι ή απλώς αστράφτω («ἐνίοις ἐπήστραψε δεξιόν», Πλούτ., «σπινθῆρας ἐπαστράπτουσα», Νόνν.) 2. λάμπω …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”